ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ | 11.04.2024
ΙΝΣΕΤΕ: Σε ιστορικά υψηλά, 28,5 δισ. ευρώ και 13% του ΑΕΠ η άμεση συμβολή του τουρισμού στην ελληνική οικονομία το 2023
Τα στοιχεία προέρχονται από την τελευταία μελέτη του Ινστιτούτου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΙΝΣΕΤΕ) για τη «Συμβολή του τουρισμού στην ελληνική οικονομία το 2023».
Στα 28,5 δισ. ευρώ ανήλθε το 2023 η άμεση συνεισφορά του τουρισμού στην ελληνική οικονομία, ποσό που αντιστοιχεί στο 13% του ΑΕΠ της χώρας και είναι το υψηλότερο, ιστορικά, για τον τομέα μέχρι σήμερα. Το 2022 τα αντίστοιχα μεγέθη ήταν 23,9 δισ. ευρώ και 11,6% του ΑΕΠ και το 2019 23,1 δισ. ευρώ και 12,6% του ΑΕΠ.
Τα στοιχεία προέρχονται από την τελευταία μελέτη του Ινστιτούτου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΙΝΣΕΤΕ) με θέμα «Η συμβολή του τουρισμού στην ελληνική οικονομία το 2023», σύμφωνα με την οποία αν συνυπολογιστεί και η έμμεση συνεισφορά του τομέα μέσω πολλαπλασιαστών, το αντίστοιχο ποσοστό ανεβαίνει περίπου στο 30%. Η τουριστική δραστηριότητα παραμένει κατά κύριο λόγο εξαγωγική, αφού το 82,7% των εισπράξεων προέρχονται από τον εισερχόμενο τουρισμό. Περαιτέρω, ο τομέας συνέβαλε άμεσα στην αιχμή, στο γ’ τρίμηνο του 2023, στο 16,4% της απασχόλησης και συνολικά (άμεσα και έμμεσα) σε ποσοστό περίπου 40%, συντείνοντας στη μείωση της ανεργίας.
Η άμεση συμβολή
Όσον αφορά στην άμεση συμβολή του τομέα για την προηγούμενη χρονιά, αυτή ανήλθε σε ευρώ 28,5 δισ. και επιμερίζεται στα μεγέθη από τη δαπάνη του εισερχόμενου τουρισμού (20,7 δισ. ευρώ περιλαμβανομένης και της δαπάνης των επιβατών κρουαζιέρας), τις αερομεταφορές (2,5 δισ. ευρώ), τις θαλάσσιες μεταφορές (144 εκατ. ευρώ), τη δαπάνη των εταιρειών κρουαζιέρας (235 εκατ.), τον εγχώριο τουρισμό (2,5 δισ. ευρώ) και την εγχώρια προστιθέμενη αξία από επενδύσεις (2,5 δισ. ευρώ). Υπενθυμίζεται εδώ, ότι σύμφωνα με την πρώτη εκτίμηση της ΕΛΣΤΑΤ, το ΑΕΠ της χώρας, σε τρέχουσες τιμές, το 2023 διαμορφώθηκε στα 220,3 δισ. ευρώ αυξημένο κατά 6,6% σε σύγκριση με το 2022.
Η άμεση επίδραση του τουρισμού σημείωσε αύξηση κατά 23,5% σε σχέση με τα 23,1 δισ. ευρώ του 2019 με σημαντικές αυξήσεις σε όλες τις επιμέρους δαπάνες (εισερχόμενος τουρισμός, κρουαζιέρα, μεταφορές, εγχώριος τουρισμός, επενδύσεις). Σε σύγκριση με το 2022, όπου η άμεση επίδραση ήταν 23,9 δισ. ευρώ, η αύξηση το 2023 ανήλθε σε 19,5% επίσης, με σημαντικές αυξήσεις σε όλες τις επιμέρους δαπάνες. Αξιοσημείωτη το 2023 είναι η αύξηση των επενδύσεων στα 5,1 δισ. ευρώ, εκ των οποίων περί τα 2,5 δισ. ευρώ αντιστοιχούν στην εγχώρια προστιθέμενη αξία, έναντι 2,7 δισ. και 1,2 δισ. ευρώ αντίστοιχα το 2019 και 3,7 δισ. ευρώ και 1,7 δισ. ευρώ το 2022. Μία ακόμη θετική επίδοση, με υπερδιπλασιασμό εισπράξεων το 2023 συνδέεται με τον κλάδο της κρουαζιέρας. Με 3,3 εκατ. αφίξεις και 847 εκατ. ευρώ εισπράξεις την περασμένη χρονιά, η κρουαζιέρα είχε άνοδο κατά 64% και 102% αντίστοιχα έναντι του 2022 και 26% και 70% έναντι του 2019.
Η έμμεση συμβολή
Με βάση τον πολλαπλασιαστή για τον τομέα που χρησιμοποιεί το ΙΟΒΕ σε συνδυασμό με τους πολλαπλασιαστές των επιμέρους κλάδων της ελληνικής οικονομίας του ΚΕΠΕ (καταλύματα, εστίαση, θαλάσσιες- οδικές- εναέριες μεταφορές, εμπόριο, ψυχαγωγία, ταξιδιωτικά γραφεία, ενοικίαση αυτοκινήτων, συνέδρια), ο προκύπτων πολλαπλασιαστής του τουρισμού ανέρχεται σε 2,65 που σημαίνει πως για κάθε 1 ευρώ από την τουριστική δραστηριότητα, δημιουργείται
έμμεση και προκαλούμενη πρόσθετη οικονομική δραστηριότητα 1,65 ευρώ και άρα, συνολικά, το ΑΕΠ αυξάνει κατά 2,65 ευρώ. Συνεπώς, ο πολλαπλασιαστής της τουριστικής δραστηριότητας κυμαίνεται μεταξύ 2,2 και 2,65. Συνυπολογίζοντας τα πολλαπλασιαστικά οφέλη, η συνολική συνεισφορά του τουρισμού στην οικονομία της χώρας το 2023 εκτιμάται μεταξύ 62,8 δισ. ευρώ και 75,6 δισ. ευρώ, μεγέθη που αντιστοιχούν μεταξύ 28,5% έως 34,3% του ΑΕΠ. Τα αντίστοιχα μεγέθη για το 2022 ήταν μεταξύ 52,6 δισ.- 63,3 δισ. ευρώ που αντιστοιχούν με το 25,4% έως 30,6% του ΑΕΠ, ενώ για το 2019 ήταν 50,8- 61,2 δισ. ευρώ που αντιστοιχούν στο 27,7% έως 33,4% του ΑΕΠ.
Μέση δαπάνη και διάρκεια παραμονής
Επιμέρους, ενδιαφέροντα συμπεράσματα προκύπτουν από τον υπολογισμό της Μέσης κατά Κεφαλήν Δαπάνης (ΜΚΔ), η οποία συναρτάται άμεσα με τη Μέση Διάρκεια Παραμονής (ΜΔΠ) στον προορισμό. Ειδικότερα, η ΜΚΔ, στα 605,8 ευρώ το 2023 κατέγραψε μικρή πτώση (-2,3%) έναντι του 2022, ενώ μείωση από τις 7,8 στις 7 διανυκτερεύσεις σημείωσε πέρυσι και η ΜΔΠ. Παρατηρείται δηλαδή ότι η αύξηση της ημερήσιας δαπάνης των τουριστών συνοδεύεται από αναλογικά μεγαλύτερη μείωση της διάρκειας των ταξιδιών τους, κάτι που αποτελεί ένδειξη είτε ότι η αύξηση του κόστους των διακοπών ανά ημέρα οδηγεί σε περιορισμό της διάρκειας των διακοπών με αποτέλεσμα να περιοριστεί αντίστοιχα και το συνολικό κόστος είτε ότι οι διακοπές σύντομης διάρκειας (city break) κερδίζουν μερίδιο αγοράς έναντι των διακοπών παραθερισμού που έχουν μεγαλύτερη δαπάνη λόγω μεγαλύτερης διάρκειας. Αντίστοιχα συμβαίνει και σε σχέση με το 2019, αν και η μείωση της ΜΔΠ- από 7,4 διανυκτερεύσεις το 2019 σε 7 διανυκτερεύσεις το 2023- είναι αναλογικά μικρότερη από την αύξηση της ΜΔΔ (από 76,1 ευρώ το 2019 σε 87 ευρώ το 2023). Το γεγονός αυτό πιθανόν οφείλεται στον πληθωρισμό των ετών 2022 και 2023, αλλά και στην αυξημένη τάση που έχει καταγραφεί για ταξίδια και διακοπές μετά την πανδημία του κορωνοϊού.
Ο κ. Ηλίας Κικίλιας, Γενικός Διευθυντής του ΙΝΣΕΤΕ με αφορμή τη δημοσίευση της μελέτης δήλωσε σχετικά: «Η ανθεκτικότητα, ο δυναμισμός και η ζωτικής σημασίας συμβολή του τουρισμού στην ελληνική οικονομία είναι αδιαμφισβήτητα. Η συνολική συνεισφορά του άλλωστε αγγίζει πλήθος κλάδων, επηρεάζοντας θετικά το βιοτικό επίπεδο των πολιτών. Στο σημερινό -γεμάτο προκλήσεις- περιβάλλον όμως, η ανάγκη για στοχευμένες στρατηγικές με γνώμονα τη βιώσιμη ανάπτυξη, είναι πιο επιτακτική από ποτέ. Η αποτελεσματική διαχείριση και διακυβέρνηση των προορισμών και οι επενδύσεις σε υποδομές αποτελούν τις ελάχιστες προϋποθέσεις για να διατηρήσει ο τομέας την ανταγωνιστικότητά του προσφέροντας τη μέγιστη δυνατή ώθηση στην ελληνική οικονομία και κοινωνία.»