Σκοπός της εν λόγω μελέτης – γνωμοδότησης είναι η νομική αξιολόγηση του θεσμικού πλαισίου που διέπει την υλοποίηση επενδύσεων στον τομέα του τουρισμού και οι νομικές προτάσεις βελτιστοποίησής του.
Σύμφωνα με τη μελέτη ο τομέας του Τουρισμού, ο οποίος εμφανίζει μια αυξανόμενη ζήτηση και βελτίωση του μέσου εσόδου ανά επισκέπτη από οικονομική άποψη μπορεί να θεωρηθεί ως ασφαλής επένδυση, όμως προσκρούει σε μια σειρά θεσμικών προβλημάτων και ελλείψεων. Από τις εκτιμήσεις της Τουριστικής κίνησης για την επόμενη πενταετία προκύπτει ότι μόνο από τον Τουρισμό η χώρα θα μπορεί να καλύψει το σύνολο των ποσοτικών δημοσιονομικών στόχων του μνημονίου των επόμενων ετών. Για να συμβεί όμως αυτό στον τουρισμό αλλά και σε άλλους τομείς απαιτείται η εκπόνηση ενός κατεπείγοντος σχεδίου ανάπτυξης των αναγκαίων υποδομών, επέκτασης και εκσυγχρονισμού των υπαρχουσών αλλά και η ανάπτυξη δημοσίων υποδομών με μεθόδους αυτοχρηματοδότησης (ΣΔΙΤ κλπ) ώστε να δημιουργηθεί συνολικά η αναγκαία υποδομή που θα ανταποκριθεί στην προβλεπόμενη ζήτηση. Ο συνδυασμός των ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων και των εσόδων από τις δραστηριότητες, θα αποτελέσουν τον άμεσο εξισορροπητικό παράγοντα των υφεσιακών πιέσεων της δημοσιονομικής προσαρμογής σε πολλαπλό επίπεδο. Ειδικότερα, στον Τουρισμό απαιτείται ένα τριετές στρατηγικό σχέδιο ιδιωτικών επενδύσεων και δημοσίων υποδομών μέσω του οποίου θα πραγματοποιηθεί ο στόχος της εισροής στην τετραετία 100 δις ευρώ ιδιωτικών επενδύσεων στο σύνολο της οικονομίας, καθώς ο Τουριστικός τομέας θα συμβάλλει με σημαντικό ποσοστό στον σκοπό αυτό και παράλληλα θα εισρεύσει στην χώρα τουριστικό συνάλλαγμα το οποίο θα υπερβεί τα 100 δις € στην τριετία 2017-2022 και θα διαμορφωθεί τελικά μετά το 2021 στα 45 δις €.